(06/10/2009)
Με γνωμοδότηση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Γ. Σανιδά, οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι υποχρεούνται πλέον να δίνουν άμεσα τα στοιχεία των δραστών που κρύβονται πίσω από εγκλήματα που διαπράττονται μέσω Διαδικτύου (φωτογραφίες παιδικής πορνογραφίας, συκοφαντική δυσφήμιση, κ.ά.) ακόμα και αν αυτή είναι πλημμέλημα, έπειτα από αίτημα των εισαγγελικών και δικαστικών αρχών και χωρίς προηγούμενη άδεια των ανεξάρτητων αρχών.
Επομένως πλέον το απόρρητο των επικοινωνιών δεν αφορά στην επικοινωνία μέσω του Διαδικτύου και τα «εξωτερικά στοιχεία της επικοινωνίας», δηλαδή, ονοματεπώνυμα, αριθμούς τηλεφώνου, χρόνο και τόπο κλήσεως, διάρκεια συνδιάλεξης κ.λπ. Σκοπός είναι να μπορούν οι αρχές να δράσουν γρηγορότερα σε περιπτώσεις που χρειάζεται άμεση επέμβαση, όπως παράδειγμα παιδική πορνογραφία, προσέλκυση παιδιών από ενήλικες μέσω Διαδικτύου (grooming), αλλά και σε περιπτώσεις όπου άτομα δημοσιεύουν στο Διαδίκτυο την πρόθεσή τους να θέσουν τέρμα στη ζωή τους. Παράλληλα, όμως επικρατεί προβληματισμός για το ενδεχόμενο να περιοριστεί η ελευθερία έκφρασης στο Διαδίκτυο εξαιτίας «κακής χρήσης» της άρσης της ανωνυμίας όσων ανεβάζουν αναρτήσεις οι οποίες μπορεί να θεωρηθεί ότι συκοφαντούν / προσβάλλουν άλλα άτομα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, με τη γνωμοδότηση αυτή ουσιαστικά καμία ανεξάρτητη αρχή, όπως για παράδειγμα η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, δεν έχει δικαίωμα να ελέγξει αν όντως η απόφαση της δικαιοσύνης είναι σύννομη ή όχι, όπως επίσης δεν μπορεί να ελέγξει τους παρόχους υπηρεσιών επικοινωνίας για το αν συμμορφώθηκαν ή όχι προς τις δικαστικές αποφάσεις.
Πηγές: Ελευθεροτυπία, Πρώτο Θέμα, Έθνος
<< επιστροφή